Πάντα αναρωτιόταν πως θα μπορέσει να ξεφορτωθεί εκείνο το έπιπλο.
Στεκόταν μόνο του στο σαλόνι και έμοιαζε να πνίγεται από τον υπόλοιπο άδειο χώρο.
Ήταν ένας μεγάλος καθρέφτης, ο οποίος είχε 3 συρτάρια στο κέντρο του.Η ίδια δεν είχε επιχειρήσει ούτε μια φορά να τα ανοίξει.
Της αρκούσε το πρωί να κοιτάζεται χαμογελαστή ενώ χτενίζεται και το βράδυ να χαϊδεύει το πρόσωπό της μπροστά του.
Σα να πίστευε ότι η ομορφιά ολάκερη είναι κολλημένη στο δέρμα και τα μαλλιά της.
Και κάθε καινούρια μέρα έστριβε ακόμα μια φορά τα κλειδιά των συρταριών πιστεύοντας ότι μέσα τους σφράγιζε τη ζήλια, τη μιζέρια και την κούραση όλου του κόσμου ακόμα πιο πολύ...
Τις νύχτες όμως που έπεφτε για ύπνο, το άκουγε να τρίζει και να περπατά σε όλο τον άδειο σαλόνι.
Και κάθε φορά που ανοιγόκλειναν ένα ένα τα συρτάρια του, εκείνη έτρεμε από φόβο και μέτραγε τις ώρες μέχρι να ξημερώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου